Οι «95 θέσεις» του Λούθηρου
Οι 95 θέσεις – απόψεις που ανάρτησε ο γερμανός θεολόγος και ιερωμένος Μαρτίνος Λούθηρος το 1517 και αποτέλεσαν την αφετηρία της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης.
Στις 31 Οκτωβρίου 1517, ο γερμανός θεολόγος και ιερωμένος Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546), αναρτά στην είσοδο της εκκλησίας των Αγίων Πάντων της Βιτεμβέργης ένα χαρτί με 95 θέσεις – επαναστατικές απόψεις του, που θα αποτελέσουν την αφετηρία της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης.
Ο Λούθηρος υπήρξε μία από τις εξέχουσες φυσιογνωμίες της Χριστιανοσύνης, με επιρροή που ξεπερνά τα όρια της θρησκείας. Πρωτοστάτησε στη θρησκευτική Μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα στη Δυτική Χριστιανοσύνη, η οποία μορφοποιήθηκε στον Προτεσταντισμό (Διαμαρτύρηση), το θρησκευτικό εκείνο δόγμα που αμφισβήτησε την πρωτοκαθεδρία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και του Πάπα στους κόλπους του Χριστιανισμού.
Η τακτική μελέτη της Αγίας Γραφής, η αγνή θρησκευτικότητά του και η προσήλωσή του στη διδασκαλία του Ιησού, τον έπεισαν ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είχε διαστρεβλώσει το νόημα του Χριστιανισμού. Ιδιαίτερα αντιτάχθηκε στην παπική διδασκαλία για τα συγχωροχάρτια, τα οποία αγοράζουν οι αμαρτωλοί προκειμένου να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους και υποστήριξε ότι είναι πράξη ανήθικη που αντιβαίνει το νόημα και τη διδασκαλία του χριστιανισμού.
Την περίοδο εκείνη περιφερόταν στη Γερμανία ένας μοναχός ονόματι Γιόχαν Τέτσελ, εξουσιοδοτημένος από το Πάπα Λέοντα Ι και τον Αρχιεπίσκοπο του Μάιντς να μοιράζει συγχωροχάρτια για την ανακαίνιση του Αγίου Πέτρου της Ρώμης. Οι παράλογες απαιτήσεις του εμπόρου συγχωροχαρτιών έπεισαν τον Λούθηρο να δράσει κι έτσι στις 31 Οκτωβρίου 1517 θυροκόλλησε στην εκκλησία των Αγίων Πάντων τις περίφημες «95 θέσεις» για «να φέρει στο φως την αλήθεια». Στο κείμενό του αυτό καταφερόταν εμμέσως εναντίον του Πάπα, τον οποίο κατηγορούσε ότι νοθεύει τη χριστιανική διδασκαλία.
Οι αντιδράσεις υπήρξαν άμεσες τόσο στην τοπική εκκλησία όσο και στο Βατικανό. Στις 25 Απριλίου 1518 απαλλάχθηκε από τα εκκλησιαστικά του καθήκοντα και στις 3 Ιανουαρίου 1521 ο Πάπας Λέων I’ (καταγόμενος από την οικογένεια των Μεδίκων) τον αφόρισε. Και σαν να μην έφτανε η εκκλησιαστική καταδίκη, στις 15 Απριλίου του ίδιου χρόνου κλήθηκε να παρουσιαστεί ενώπιον του αυτοκρατορικού συμβουλίου της Βορμς, προκειμένου να απολογηθεί για τα κηρύγματά του.
Στις 26 Μαίου 1521 ο γερμανός αυτοκράτορας Κάρολος Ε’ με το έδικτο της Βορμς τον κήρυξε παράνομο, αιρετικό και απαγόρευσε την κυκλοφορία των έργων του. Με το διάταγμα αυτό δόθηκε η δυνατότητα στον καθένα να τον σκοτώσει χωρίς συνέπειες. Προστασία βρήκε στον πύργο του πρίγκηπα Φρειδερίκου, Εκλέκτορα της Σαξωνίας, όπου τα επόμενα δέκα χρόνια μετέφρασε τη Βίβλο στα γερμανικά.