Φρύνη, η καλλίστη εταίρα της Αρχαιότητας
Γεωργία – Γοργώ Αλεξίου
(Πίνακας του Γάλλου ζωγράφου και Ακαδημαϊκού, Ζαν Λεόν Ζερόμ «Η Φρύνη ενώπιον του Αρείου Πάγου», 1861 Αμβούργο Kunsthalle).
Η Φρύνη, καλλίγραμμη με λευκή επιδερμίδα, φοράει μόνο τα λευκά της σανδάλια και τα κοσμήματά της. Με το αριστερό χέρι σκεπάζει το πρόσωπό της. Πίσω της ο ρήτορας Υπερείδης*, ο υπερασπιστής της στην δίκη της, κρατά τον γαλάζιο μανδύα της, που μόλις τράβηξε από πάνω της. Επειδή με την ρητορική του δεινότητα δεν έπεισε τους δικαστές της Ηλιαίας και η δίκη προφανώς θα χανόταν, μηχανεύτηκε αυτή την πράξη, ώστε να αναδείξει την ομορφιά –χάρισμα θείο– της Φρύνης και να την αθωώσουν.
Η Φρύνη, μια θεά ολόγυμνη μπροστά στα βλέμματα των δικαστών!
Την εποχή που όλη η Ελλάδα θαύμαζε τα αριστουργήματα του Πραξιτέλη και του Απελλή και δόξαζε το κάλλος της Φρύνης, κάποιος ρήτορας, ο Ευθίας, προσπάθησε να γίνει εραστής της διάσημης εταίρας. Η Φρύνη τον απέρριψε και εκείνος για να την εκδικηθεί την κατηγόρησε για ασέβεια προς τα θεία και την μήνυσε στην Ηλιαία. Η Φρύνη ζήτησε από τον Υπερείδη να αναλάβει την υπεράσπισή της, ο οποίος υπήρξε εραστής της και μάλιστα κυκλοφορούσε η φήμη πως πλήρωνε 100 φορές παραπάνω από το κανονικό ποσό προκειμένου να απολαύσει τα κάλλη της Φρύνης.
Ο Ευθίας, για να αντιμετωπίσει την ευγλωττία του Υπερείδη κατέφυγε στον ρήτορα Αναξιμένη από την Λάμψακο, δάσκαλο του Αλεξάνδρου και συνέταξε μαζί του το κατηγορητήριο. Έτσι με τα επιχειρήματα που πρόβαλε, στοχεύοντας το θρησκευτικό αίσθημα, έπεισε πολλούς από τους Ηλιαστές πως η Φρύνη πράγματι πρόσβαλε τα θεία.
Ο Υπερείδης υπερασπιζόμενος την Φρύνη ομολόγησε δημόσια πως υπήρξε και ο ίδιος εραστής της. Δήλωσε, μάλιστα, πως γνωρίζοντας καλά τον χαρακτήρα της κατηγορουμένης δεν θα ασεβούσε ποτέ προς τα θεία και ότι η πραγματική αιτία της αγωγής της ήταν η απόρριψη του έρωτα του ενάγοντα προς την εναγομένη. Ωστόσο, η ρητορική έξαρση του Υπερείδη υπήρξε ανίσχυρη να μεταπείσει όλους τους Ηλιαστές. Τότε θυμούμενος μία αλληγορία του Λυσάνδρου, έπιασε την Φρύνη από το χέρι φέρνοντάς την μπροστά, για να μπορούν να την βλέπουν όλοι, όσοι δίκαζαν εκείνη την ημέρα στην Ηλιαία, και τραβώντας τον μανδύα της, ρώτησε: «Ποιος από εσάς θα καταδικάσει τη δύναμη και το κάλλος της Θεάς;» και εμφάνισε μπροστά στα βλέμματα των Ηλιαστών τα θεία κάλλη της Φρύνης, την οποία κατ’ αυτόν ευχαρίστως θα καλούσε αδελφή στην ωραιότητα η Θεά Αφροδίτη.
Οι Ηλιαστές θαμπωμένοι από το κάλλος της Φρύνης και νομίζοντας πως πράγματι έβλεπαν μπροστά τους την ίδια την Θεά Αφροδίτη, την αθώωσαν. Από τότε θεσπίστηκε νόμος πως δεν θα έβγαζαν καταδικαστική απόφαση για κανέναν εάν πρώτα δεν τον έβλεπαν μπροστά τους.
Σχετικά με αυτή τη δίκη ο Αλκίφρων διέσωσε δύο επιστολές της εταίρας Βακχίδας. Η πρώτη απευθύνεται στον Υπερείδη και η δεύτερη στην ίδια τη Φρύνη. Η επιστολή της προς Υπερείδη αναφέρει: «Όλες μαζί οι εταίρες της πόλης και κάθε μία χωριστά, σου οφείλουμε ευγνωμοσύνη καθώς και η Φρύνη. Διότι μπορεί το κατηγορητήριο του παμπόνηρου Ευθία να στράφηκε μόνον κατά της Φρύνης αλλά ο κίνδυνος μας αφορούσε όλες. Εμείς είτε ζητάμε χρήματα από τους εραστές μας είτε όχι, πάντοτε κάποιοι θα βρεθούν να μας κατηγορήσουν ως ασεβείς. Θα ήταν κατά τη γνώμη τους προτιμότερο να σταματήσουμε τον βίο αυτό και να μην έχουμε ούτε φίλους. Τώρα όμως κανείς δεν πρέπει να κατηγορεί το επάγγελμά μας, επειδή βρέθηκε ο δόλιος Ευθίας και τα προκάλεσε όλα αυτά, αλλά να επαινούμε οι πάντες τον δίκαιο Υπερείδη. Πολλά αγαθά ας αποκτήσεις αφού έσωσες χρηστή εταίρα, κι εμείς θα σ’ ανταμείψουμε για λογαριασμό της. Εάν μάλιστα καθίσεις και γράψεις τον λόγο που εκφώνησες υπέρ της Φρύνης, τότε θα πρέπει να σου στήσουμε όλες οι εταίρες χρυσό ανδριάντα σε όποιο μέρος της Ελλάδας εσύ μας υποδείξεις.»
Και η δεύτερη επιστολή της προς τη Φρύνη αναφέρει: «Δεν στεναχωρήθηκα τόσο για τον κίνδυνο που διέτρεξες όσο χάρηκα διότι απαλλάχθηκες από πονηρό εραστή και βρήκες να ερωτευθείς τον χρηστό Υπερείδη. Διότι η δίκη έγινε και για την ευτυχία σου, εφόσον από αυτήν έγινες διάσημη, όχι μόνον στην Αθήνα, αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Ο Ευθίας θα τιμωρηθεί, όπως του πρέπει, αφού θα σε στερηθεί. Τον οδήγησε η έμφυτη αμάθεια να υπερβεί το μέτρο της ερωτικής ζηλοτυπίας. Σίγουρα, τώρα, σε ποθεί περισσότερο από τον Υπερείδη και δεν σε έχει. Ο Υπερείδης δίκαια υπερηφανεύεται για την συνηγορία του, ενώ ο Ευθίας πρόθυμα θα σου προσφέρει παρακλήσεις και χρυσό. Πρόσεχε φίλη μου, για χάρη της αξιοπρέπειάς μας, μην παραλείψεις τίποτα απ’ όσα οφείλεις. Ούτε τον Υπερείδη να παραγκωνίσεις, που σου χάρισε την ελευθερία και την ζωή, ούτε στις ικεσίες του Ευθία να υποκύψεις, ούτε και να πιστέψεις όσους λένε, ότι εάν δεν γύμνωσες το στήθος σου δεν θα πετύχαινε ποτέ την αθώωσή σου ο ρήτορας. Και αυτό διότι μόνον η συνηγορία εκείνου βρήκε την κατάλληλη στιγμή για την υπέροχη χειρονομία και την αξιέπαινη πράξη».
Η Φρύνη, πριν μεταμορφωθεί στην διάσημη εταίρα, ονομαζόταν Μνησαρέτη, ήταν κόρη μιας πάμφτωχης οικογένειας από τις Θεσπιές της Βοιωτίας και ο πατέρας της ονομαζόταν Επικλής. Κατά τους ιστορικούς γεννήθηκε το 371 ή το 365 π.Χ. και απεβίωσε στην Αθήνα το 310 π.Χ. Για να βοηθήσει την οικογένειά της μάζευε και πουλούσε κάπαρη. Οι συνθήκες ζωής την ανάγκασαν να αναζητήσει την τύχη της στην Αθήνα, όπου για λίγο διάστημα εξάσκησε το επάγγελμα της αυλητρίδας, ενώ πολύ σύντομα, λόγω της άφθαστης ομορφιάς του προσώπου της, της ασύγκριτης καλλιγραμμίας του σώματός της, αλλά και της απαράμιλλης ευφυΐας της, άρχισε να ασκεί το επάγγελμα της εταίρας. Οι άλλες εταίρες της Αθήνας της έδωσαν το ψευδώνυμο Φρύνη*, λόγω του υπόλευκου δέρματός της και σύντομα όλοι την ονόμαζαν έτσι.
Η Φρύνη δεν ήταν μόνο μια πανέμορφη εταίρα, ήταν καλλιεργημένη και έξυπνη και αυτό το αποδεικνύουν μερικές εύστοχες απαντήσεις που έδωσε σε επίδοξους εραστές της, οι οποίες δείχνουν την ετοιμότητά της. Ο Μάχων γράφει ότι κάποτε ο Μοίριχος ζήτησε από την Φρύνη να του δοθεί κι εκείνη απαίτησε μία μνα, δηλαδή εκατό δραχμές. Κι όταν εκείνος σχολίασε ότι την προηγούμενη μέρα είχε πάει μ’ έναν ξένο για δύο χρυσούς στατήρες, δηλαδή σαράντα αργυρές δραχμές, εκείνη του απάντησε: «Περίμενε λοιπόν κι εσύ μέχρι να μου ξαναέρθει ερωτικό πάθος (έως ου βινητιάσω) και θα σου πάρω τόσα». Κάποτε που συνδειπνούσε με κάποιον που μύριζε τραγίλα, σήκωσε ένα δέρμα χοιρινό και του είπε, «λάβε και τούτο τράγε», μια φράση που έχει διπλή σημασία. Η μία είναι «πάρ’ το κι αυτό τράγε» κι η άλλη «παρ’ το και τούτο και φάτο».
Οι στέφανοι μπορεί να χρησιμοποιούνταν για την ανάκληση των νεκρών από τον Κάτω Κόσμο, από κάποιους ψευδομάντεις ψυχαγωγούς, αλλά και οι ερωτευμένοι συνήθιζαν να κρεμάνε στεφάνια έξω από την πόρτα της αγαπημένης τους, για να γητέψουν την ψυχή της και να ανταποκριθεί στο έρωτά τους. Το ίδιο, βέβαια, έκαναν και οι ερωτευμένες γυναίκες. Συνήθιζαν ακόμη και στα συμπόσια να στεφανώνουν τον/την αγαπημένο/η τους με φρέσκα άνθη. Κάποτε ένας τσιγκούνης εραστής, που ήθελε να δώσει λιγότερα, αλλά δεν τα κατάφερνε να την πείσει, της είπε κατ’ ευφημίαν, αλλά και διφορούμενα, «Αφροδίσιον ει Πραξιτέλους», δηλαδή είσαι η Αφροδιτούλα του Πραξιτέλη, ή μπορεί να ερμηνευτεί ότι είσαι ο αφροδισιασμός ο βαρύμισθος, παίζοντας με την λέξη Πραξιτέλης, που σημαίνει αυτόν που επιβάλλει τέλη, δασμούς. Και η εύστροφη εταίρα, χωρίς να χάσει καιρό, του απάντησε: «Συ δ’ Έρως Φειδίου», «κι εσύ είσαι ο Έρωτας του Φειδία», δηλαδή «κι εσύ είσαι ο έρωτας του τσιγκούνη», παίζει με την λέξη Φειδίας, από το ρήμα φείδομαι, το οποίο στην συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει «τσιγκουνεύομαι».
Όπως μας διηγείται ο Καλλίστρατος, η Φρύνη συσσώρευσε τόσα πλούτη, ώστε όταν το 335, ο Αλέξανδρος ο Μέγας, κατέσκαψε την Θήβα και γκρέμισε τα τείχη της πόλης, προσφέρθηκε να τα ανοικοδομήσει με την προϋπόθεση να τεθεί επιγραφή πάνω από την πύλη, η οποία να ανέφερε «Αλέξανδρος μέν κατέσκαψεν, ανέστησε δε Φρύνη η εταίρα», όμως οι Θηβαίοι αρνήθηκαν την πρότασή της, φοβούμενοι πιθανόν αντίποινα του Αλεξάνδρου.
Σύμφωνα με τον Αθήναιο, η Φρύνη ήταν ακόμα πιο όμορφη στα αθέατα σημεία του σώματός της. Κανένας δεν μπορούσε να δει γυμνό το σώμα της, γιατί φορούσε πάντα μία εσθήτα που το κάλυπτε καλά και επίσης δεν σύχναζε ποτέ στα δημόσια λουτρά. Η Φρύνη δεν παντρεύτηκε και δεν έπαψε στιγμή να ασκεί το λειτούργημα της εταίρας.
*Ο Υπερείδης (389 π.Χ. – 322 π.Χ.), Αθηναίος λογογράφος, πολιτικός και στρατηγός, μαθητής του Ισοκράτη και του Πλάτωνα, υπήρξε εραστής της Φρύνης. Επιφανής ηγέτης της αντιμακεδονικής πολιτικής παράταξης πήρε ενεργό μέρος στα πολιτικά της πατρίδας του, δίπλα στον Δημοσθένη εναντίον του Φιλίππου της Μακεδονίας. Μετά την ήττα των Αθηναίων στην Μάχη της Κραννώνας, ο Υπερείδης κατέφυγε στο ιερό του Αιακού στην Αίγινα, όπου και τον συνέλαβαν. Η παράδοση λέει ότι έκοψε την γλώσσα του με τα δόντια του για να μην αναγκαστεί να προδώσει. Ο σπουδαιότερος λόγος του ήταν ο Επιτάφιος για κείνους που έπεσαν στον Λαμιακό πόλεμο. Μετά την ήττα των Αθηναίων στον Λαμιακό πόλεμο τον συνέλαβε και τον εκτέλεσε ο Αρχίας ο Θούριος υπό τις διαταγές του Αντίπατρου (322 π.Χ.).
*Φρύνη, το θηλυκό του Φρύνος. Φρύνος είναι η κοινή ονομασία για ορισμένα άνουρα αμφίβια, κυρίως της οικογένειας Bufonidae, που χαρακτηρίζονται από τραχύ, στεγνό δέρμα, κοντά πόδια και μεγάλα εξογκώματα πίσω από τα μάτια. Η διάκριση ανάμεσα σε βατράχους και φρύνους δεν είναι εμφανής στην επιστημονική ταξινόμηση. Στην Ελλάδα απαντώνται πέντε είδη φρύνων με τις αντίστοιχες επιστημονικές τους ονομασίες στην λατινική: ο κοινός φρύνος, ο πράσινος φρύνος , ο πηλοβάτης, η κιτρινομπομπίνα και η κοκκινομπομπίνα.
Πηγές:
1) Φρύνη, Υπερείδης, Φρύνος – από Βικιπαίδεια.
2) «Φρύνη, η ιερόδουλη που λάτρεψε ο Πραξιτέλης» – Μηχανή του Χρόνου.
3)«Εταίρα Φρύνη: Η Αφροδίτη του Πραξιτέλη και του Μποτιτσέλι», Μυθική Αναζήτηση.
4) «Φρύνη – Η ωραιότερη εταίρα της αρχαιότητας» – Αντικλείδι.
Με εκτίμηση και φιλότητα
Γεωργία – Γοργώ Αλεξίου
Πρόεδρος της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος (ΕΛΒΕ)
Επιμέλεια κειμένου
Καμαρίτη Γεωργία
Αρθρογράφος, Συνεργάτης COA